Ο Ευριπίδης γεννήθηκε γύρω στο 485/4 π.Χ. και ανήκει στη γενιά η οποία γνώριζε τα κατορθώματα των Μηδικών από τις διηγήσεις των γονιών τους. Οι γονείς του κατάγονταν από τον αττικό δήμο Φλυή, ο ποιητής όμως γεννήθηκε στο πατρικό του κτήμα στη Σαλαμίνα. Η κωμωδία παρουσίαζε τον πατέρα του ποιητή μπακάλη και τη μητέρα του μανάβισσα. Οι πηγές δεν αναφέρουν καμία συμμετοχή του στα κοινά. Το 408 πήγε στην αυλή του Aρχέλαου στην Πέλλα, όπου και πέθανε το 406. Στην Αθήνα έφτασε η αναγγελία του θανάτου του λίγο πριν από τα Μεγάλα Διονύσια και λέγεται ότι ο Σοφοκλής εμφανίστηκε στον προάγωνα ντυμένος με πένθιμη στολή, παρουσίασε δε το χορό και τους ηθοποιούς χωρίς στεφάνια. Προς τιμήν του στο δρόμο προς τον Πειραιά στήθηκε κενοτάφιο. |
Από τα περίπου 90 έργα του Ευριπίδη έχουν διασωθεί 19, από τα οποία ο Ρήσος θεωρείται νόθο. Σε αντίθεση με τους δύο άλλους τραγικούς, κέρδισε όσο ζούσε μόνο τέσσερις φορές το πρώτο βραβείο και άλλη μια φορά μετά το θάνατό του. Υπήρξε όμως ο αγαπημένος ποιητής των μεταγενέστερων γενεών, γι' αυτό άλλωστε διασώθηκαν και τα περισσότερα παπυρικά κείμενα με αντίγραφα έργων του, σε σχέση με τους άλλους τραγικούς.
Όπως και οι άλλοι τραγικοί έτσι και ο Ευριπίδης δίνει το προσωπικό του στίγμα με ιδιαιτερότητες και καινοτομίες στα έργα του. Χαρακτηριστικός είναι ο πρόλογος σε μορφή μονολόγου, ο οποίος χρησιμεύει για να κατατοπίσει το θεατή στην προϊστορία της δράσης και να δείξει τις επεμβάσεις του ποιητή στο μύθο. Ιδιαίτερα μεγάλο βάρος δίνει ο Ευριπίδης στη λογομαχία (αγών), που ζωντανεύει αντίστοιχες σκηνές των δικαστηρίων. Mια βασική καινοτομία του είναι η χρησιμοποίηση του από μηχανής θεού, ο οποίος εμφανίζεται από ψηλά και δίνει τη λύση στην τραγωδία.
Ο Ευριπίδης δημιούργησε το έργο του μέσα στο χάος που έφερε η πολιτική της Αθήνας κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου. Oξυδερκής παρατηρητής και πολίτης με αγάπη προς την πόλη του, αντιμετώπιζε την πολιτική δράση κατά τη διάρκεια του πολέμου κριτικά και διαπίστωνε ότι αυτή οδηγεί στην καταστροφή των δρώντων, δηλαδή της Αθήνας, μιας και αυτή ως δρων υποκείμενο υπερέβη όλους τους ηθικούς κανόνες. Στο τελευταίο στάδιο του πολέμου ο ποιητής διαπίστωσε ότι όλο το αθηναϊκό σύστημα, η πόλις, τραντάχτηκε: καθένας βρισκόταν κάτω από κάποια αναγκαιότητα, με αποτέλεσμα έναν τρόπο δράσης που οδηγούσε σε μεγαλύτερη α-ταξία. Μέσα στην αταξία της εποχής του ο Ευριπίδης συνέλαβε την αρχή "μέτρον πάντων άνθρωπος" σε όλες της τις εκφάνσεις, την οποία και διατύπωσε στις τραγωδίες του. Έργα του, όπως η Μήδεια και η Εκάβη, δείχνουν ότι η τραγωδία αρχίζει να χάνει την υπερβατική της λειτουργικότητα. Στις δύο αυτές τραγωδίες διατυπώνεται κριτική στις υπάρχουσες πρακτικές, αλλά δεν προσφέρεται καμία εναλλακτική λύση. Tο πρόβλημα αυτό θα ξεπεραστεί με την εμφάνιση της φιλοσοφίας, που στοχεύει στο πολιτικό και ηθικό δραν και αναζητεί αρχές, οι οποίες να είναι ανώτερες από αυτές που ισχύουν στην πόλη: το υπερβατικό αντικαθίσταται από το υπερβατολογικό. |
| |
|||
|