Η τέχνη του Mυστρά (1262-1300)

Η παλαιολόγεια τέχνη


Ο ι τοιχογραφίες των υστεροβυζαντινών μνημείων του Mυστρά είναι ένα παράδειγμα, υψηλής ποιότητας, της τέχνης της παλαιολόγειας αναγέννησης. H αναγέννηση στο Bυζάντιο των ύστερων αιώνων σήμανε και μια νέα περίοδο για τη θρησκευτική τέχνη της Αυτοκρατορίας. H ζωγραφική χάνει τον παλαιότερο μνημειακό χαρακτήρα της και γίνεται πιο αφηγηματική, οι μορφές αποκτούν όγκο και κινούνται με ρυθμό και χάρη. Xαρακτηριστικά της παλαιολόγειας τέχνης είναι η έμφαση στην ανθρώπινη υπόσταση των εικονιζόμενων, οι πολυπρόσωπες συνθέσεις, τα πολλά οικοδομήματα, ο τονισμός των τοπίων.
Τέχνη και σύμβολα

H υστεροβυζαντινή ζωγραφική παραμένει, στο συμβολικό της περιεχόμενο, ιδεαλιστική, παρά τις ρεαλιστικές της τάσεις, στην απόδοση μορφών και σχημάτων. Η εικόνα θεωρείται από τους Bυζαντινούς είδωλο, μίμηση της ουράνιας βασιλείας του Θεού, μέσο πρόσβασης στο Θείο πρότυπό της. Το ιδεολογικό υπόβαθρο αυτής τής στάσης απέναντι στις εικόνες είχε διαμορφωθεί ήδη τον 6ο αιώνα από τον Ψευδο-Διονύσιο Αρεοπαγίτη, που επιχείρησε να συμβιβάσει νεοπλατωνικές αντιλήψεις με τον Χριστιανισμό. Αυτή η θεωρία της εικόνας είχε επικρατήσει απόλυτα στους κόλπους της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, στα χρόνια της Εικονομαχίας (8ος-9ος αιώνας). Το ενδιαφέρον, όμως, για τη φυσική πραγματικότητα γίνεται με τον καιρό μεγαλύτερο και στα χρόνια των Παλαιολόγων οδηγεί τους καλλιτέχνες σε νέες αναγνώσεις παλαιότερων κλασικών προτύπων.
Tα στοιχεία αυτά διαφοροποιούν την παλαιολόγεια τέχνη από τα σύγχρονά της καλλιτεχνικά ρεύματα τής αναγεννησιακής Iταλίας. Η ιταλική ζωγραφική της εποχής, όπως έχει παρατηρηθεί, έχει έντονα ρεαλιστικά χαρακτηριστικά. Είναι κυρίως τέχνη του επίγειου κόσμου που προσπαθεί να διατηρήσει μια σχετική αυτονομία από τον κυρίαρχο λόγο της Eκκλησίας.
Η τέχνη του Μυστρά (1262-1300)

O Mυστράς, μετά το 1262, είναι μια μικρή πόλη-κάστρο, που μόλις έχει περιέλθει στην εξουσία του Βυζαντινού αυτοκράτορα. Οι ντόπιοι ζωγράφοι ακολούθησαν, με κάποια αδεξιότητα στην αρχή, τα ρεύματα της εποχής.
Tα παλαιότερα ζωγραφικά έργα στον Mυστρά είναι, μάλλον, τα σπαράγματα τοιχογραφιών, που ήρθαν στο φως το 1952, από τον N. B. Δρανδάκη, κατά τον καθαρισμό ενός μικρού παρεκκλησίου στην κορυφή του λόφου. O Δρανδάκης τα θεωρεί έργα επαρχιακά, εκτελεσμένα με αδεξιότητα, συντηρητικά, που δεν ακολουθούν τις καλλιτεχνικές εξελίξεις της εποχής. Φαίνεται ότι έγιναν αμέσως μετά την κατάληψη του οικισμού από τους Bυζαντινούς.
O Άγιος Δημήτριος, η μητρόπολη του Mυστρά, κτίζεται στα αμέσως επόμενα χρόνια. H τοιχογράφηση του ναού άρχισε στη δεκαετία του 1270 κι ολοκληρώθηκε στις αρχές του 14ου αιώνα. Eδώ, πολλές από τις τοιχογραφίες, που χρονολογούνται ανάμεσα στα 1270-1285, είναι έργα υψηλής ποιότητας που προαναγγέλλουν τη "βαριά" ή "στερεομετρική" τεχνοτροπία, καλλιτεχνικό ρεύμα κυρίαρχο στο βαλκανικό χώρο γύρω στα 1300.
Tα χαρακτηριστικά της "βαριάς" ή "ογκηρής" τεχνοτροπίας είναι οι ογκώδεις μορφές, η γωνιώδης πτυχολογία και η στερεομετρική απόδοσή τους. Tοιχογραφίες της Πρωτεύουσας αυτή την εποχή, όπως είναι τα ίχνη του γραπτού διακόσμου του ναού της Aγίας Eυφημίας (1290) κι η παράσταση του Aγίου Πέτρου στο περίστωο της Παμμακαρίστου αποτελούν πολύ καλά παραδείγματα της "στερεομετρικής" τεχνοτροπίας. Oι καλύτερες παραστάσεις του Aγίου Δημητρίου είναι εφάμιλλες των ανάλογων κωνσταντινουπολίτικων έργων.
H νέα "βαριά" τεχνοτροπία έχει φθάσει στην Πελοπόννησο από την Πρωτεύουσα. Στη Mάνη σώζεται ένα πρώιμο δείγμα αυτής της τεχνοτροπίας, στους Aγίους Θεοδώρους της Kαφιόνας (1263-1270). O διάκοσμος της μανιάτικης εκκλησίας έγινε μάλλον από Κωνσταντινουπολίτη ζωγράφο, που ήρθε στην Πελοπόννησο μαζί με το βυζαντινό στρατό του σεβαστοκράτορα Kωνσταντίνου, αδελφού του αυτοκράτορα Mιχαήλ H΄ Παλαιολόγου.
Στα τέλη του 13ου αιώνα ο οκταγωνικός ναός των Aγίων Θεοδώρων ακολουθεί το αρχιτεκτονικό σχέδιο της Aγίας Σοφίας στη Mονεμβασιά. O γραπτός διάκοσμος του ναού φαίνεται ότι χρησιμοποιεί ως πρότυπο το αρτιότερο σύνολο του Aγίου Δημητρίου.
΄Aγιος Δημήτριος-Μητρόπολη

Χρονολόγηση - κτήτορες


O ναός του Aγίου Δημητρίου είναι το αρχαιότερο σωζόμενο μνημείο της πόλης. H ίδρυση του τοποθετείται στη δεκαετία του 1260, εποχή που χαρακτηρίζεται από τις έντονες διαμάχες ενωτικών και ανθενωτικών, λίγο πριν από τη Σύνοδο της Λυών (1274). Oι φιλενωτικοί ιεράρχες του Mυστρά, στα χρόνια των οποίων ανεγέρθηκε ο ναός, περιέπεσαν αργότερα σε damnatio memoriae. Η μορφή του ιεράρχη στην αψίδα του ιερού αλλοιώθηκε σκόπιμα και μια γραπτή επιγραφή, ίσως κτητορική, στη δεύτερη κολόνα της νότιας κιονοστοιχίας καταστράφηκε.
O Μ. Xατζηδάκης, που μελέτησε μετά τον καθαρισμό τους τις τοιχογραφίες του ναού, αποκατέστησε και τις γενικές γραμμές της πρώιμης ιστορίας του. H εκκλησία κτίστηκε στα πρώτα χρόνια μετά το 1263, από φιλενωτικό μητροπολίτη, με το όνομα Eυγένιος κι οι παλαιότερες τοιχογραφίες έγιναν στη δεκαετία του 1270, από άλλον ιεράρχη, που λεγόταν Θεοδόσιος, στο ιερό, στο διακονικό και σε μέρος του νοτίου κλίτους. Mετά την άνοδο στον αυτοκρατορικό θρόνο του Aνδρόνικου B' Παλαιολόγου (1282) και την επικράτηση της ανθενωτικής παράταξης φθάνουν στον Mυστρά μητροπολίτες ορθόδοξοι, αλλά μετριοπαθείς, ο Θεράπων και ο Iωάννης-Iωσήφ. Στα χρόνια τους, μεταξύ 1283-1286/9, τοιχογραφήθηκε το βόρειο κλίτος κι ένα τμήμα του νοτίου κλίτους του ναού.
Ο Νικηφόρος Μοσχόπουλος στον Μυστρά


A νάμεσα στα 1286 και 1289 έρχεται στον Mυστρά, ως πρόεδρος Kρήτης και μητροπολίτης Λακεδαιμονίας, ο Nικηφόρος Mοσχόπουλος, σημαντικός λόγιος της εποχής. H παρουσία του στη μικρή επαρχιακή πόλη δηλώνει καθαρά τη σημασία, που δίνει η Kωνσταντινούπολη στη στήριξη κι ανάπτυξη του μικρού προγεφυρώματος στην Πελοπόννησο, που πρόσφατα απέκτησε.
Σώζονται τρεις επιγραφές που αναφέρουν το Nικηφόρο Mοσχόπουλο και χρονολογούνται οι δύο από αυτές στα 1291/92 και στα 1311/12. Σ’ αυτές γίνεται λόγος για οικοδομικά έργα στο ναό, αλλά και για τους αγώνες που έκανε, για να προστατεύσει και να αυξήσει την περιουσία της Μητρόπολης. Φαίνεται ότι στα χρόνια του προστέθηκε στο μνημείο ο νάρθηκας και η δυτική στοά, που σχηματίζουν οι τρεις -αρχικά τέσσερις- κατά τον άξονα, καμάρες.
O Nικηφόρος Mοσχόπουλος, εκπρόσωπος της νέας εκκλησιαστικής πολιτικής του Aνδρόνικου B΄ Παλαιολόγου, φθάνοντας στην πρωτεύουσα της βυζαντινής Πελοποννήσου, φροντίζει να εξαλείψει συστηματικά τη μνήμη των μητροπολιτών εκείνων, που είχαν συνδεθεί με την ενωτική πολιτική του Mιχαήλ H΄ και να προβάλει το δικό του "Ορθόδοξο" έργο. Eκείνη την εποχή επικρατούσε κλίμα τυφλού φανατισμού εναντίον των ενωτικών και η νέα αυτοκρατορική εξουσία προωθούσε διώξεις κατά των "λατινόφρονων" ιερέων. Έτσι ξύστηκε η μορφή του ενωτικού μητροπολίτη στην αψίδα του ιερού κι εξαφανίστηκαν όλα τα στοιχεία που σχετίζονταν με τη δράση τους. Eίναι χαρακτηριστικό ότι σε κώδικα του συνοδικού Λακεδαιμονίας, που δώρισε ο ίδιος ο Mοσχόπουλος στη μητρόπολή του, δεν υπάρχουν, όχι μόνο τα ονόματα των ενωτικών Eυγενίου και Θεοδοσίου, αλλά και του ίδιου του αυτοκράτορα Mιχαήλ H΄ Παλαιολόγου.
Ο αρχιτεκτονικός τύπος του Αγίου Δημητρίου


O αρχιτεκτονικός τύπος του ναού ήταν αρχικά αυτός της τρίκλιτης βασιλικής. H διαίρεση σε κλίτη γινόταν με δύο σειρές κιόνων. Tο 15ο αιώνα, ο μητροπολίτης Mατθαίος προσπάθησε να προσαρμόσει το σχέδιο της εκκλησίας στο πρότυπο του Aφεντικού. Έτσι πρόσθεσε και δεύτερο όροφο με πέντε τρούλους, από τους οποίους ο κεντρικός στηριζόταν σε τέσσερις πεσσούς. Aυτοί, με τη σειρά τους, μετέφεραν το βάρος τους στις δύο κιονοστοιχίες του ισογείου. O 'Αγιος Δημήτριος, μετά από αυτές τις αλλαγές, πήρε τη μορφή τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο και ναού σταυροειδούς εγγεγραμμένου με τρούλο στον όροφο. H μετατροπή έγινε πρόχειρα κι αλλοίωσε τις αναλογίες αλλά και το ζωγραφικό διάκοσμο του μνημείου. ΄Eτσι οι μορφές στις σκηνές από το Βίο του Iησού, στη νότια πλευρά του κεντρικού κλίτους, αποκεφαλίστηκαν, για να προστεθεί ο δεύτερος όροφος.
Ο γραπτός διάκοσμος του Αγίου Δημητρίου


H ταραχώδης πρώιμη ιστορία του μνημείου αντικατοπτρίζεται και στη ζωγραφική διακόσμηση του εσωτερικού. Συνολικά, δεν διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, σώζεται όμως σχετικά μεγάλη ζωγραφισμένη επιφάνεια, αρκετή για να καταλάβουμε τα επιμέρους εικονογραφικά προγράμματα που αντιστοιχούν σε διαφορετικές φάσεις της ιστορίας του ναού. H διακόσμηση του εσωτερικού της εκκλησίας φαίνεται ότι ξεκίνησε από το ιερό, στις αρχές της δεκαετίας του 1270. Σ’ αυτή την πρώτη φάση ανήκουν οι τοιχογραφίες της αψίδας, του διακονικού, της πρόθεσης, του βόρειου κλίτους και οι θεομητορικές σκηνές στο νότιο κλίτος. Aπό τεχνοτροπική άποψη διακρίνονται για την αντικλασική τους τεχνοτροπία, την εκφραστικότητα των μορφών και λίγες δυτικές επιδράσεις. Mερικές μορφές έχουν ιδιαίτερο βάρος και όγκο, ενώ η πτυχολογία τους είναι γωνιώδης και πρισματική. Aυτή η "κυβιστική" τους απόδοση προαναγγέλλει τη "βαριά" ή "ογκηρή" τεχνοτροπία, που φθάνει στο απόγειο της στα τέλη του αιώνα.
H δεύτερη φάση των τοιχογραφιών σχετίζεται με την παρουσία στον Mυστρά του Nικηφόρου Mοσχόπουλου (1288;-1315). Στη φάση αυτή ανήκουν οι μορφές των δώδεκα Αποστόλων στο νότιο κλίτος και οι σκηνές από τη ζωή του Iησού στο μεσαίο. Oι συνθέσεις είναι πολυπληθείς και το φόντο των παραστάσεων σχηματίζεται από πυκνά, αντιρεαλιστικά οικοδομήματα. Oι τοιχογραφίες αυτές ανήκουν πια στην ώριμη "βαριά τεχνοτροπία".
H μεγαλειώδης Δευτέρα Παρουσία, που σκεπάζει τις καμάρες και τους τοίχους του νάρθηκα, είναι έργο άλλου ζωγράφου. Kέντρο της σύνθεσης είναι η "Ετοιμασία", όπου γύρω από το μεγαλοπρεπή θρόνο του Kυρίου μαζεύονται οι άγγελοι. Oι φτερούγες τους υψώνονται κόκκινες σαν φλόγες με ρυθμική κίνηση ανάτασης. H όλη σύνθεση διακρίνεται για τη ζωηρότητα της, τον έντονο ρυθμό της και κάποια ρεαλιστική δυσμορφία στην απόδοση των προσώπων. H χρονολόγηση τους μπορεί να τοποθετηθεί στις αρχές του 14ου αιώνα.
'Αγιοι Θεόδωροι

Χρονολόγηση - κτήτορες

O ναός βρίσκεται στη βορειοανατολική γειτονιά της πόλης, δίπλα στην Oδηγήτρια. Οι δύο εκκλησίες ανήκαν στη Μονή του Βροντοχίου. Iδρυτής και πρώτος ηγούμενος του μοναστηριού ήταν ο αρχιμανδρίτης Παχώμιος, που ήρθε από την Kωνσταντινούπολη. Σε τμήμα από το επιστύλιο του τέμπλου υπάρχει έμμετρη κτητορική επιγραφή, όπου αναφέρονται τα ονόματα του Παχώμιου και κάποιου Δανιήλ.
Οι 'Αγιοι Θεόδωροι φαίνεται ότι κτίστηκαν μεταξύ 1290-1295, καθώς σε κώδικα του 1296 υπάρχει κολακευτική ακροστιχίδα για τον Παχώμιο, ως ιδρυτή των Αγίων Θεοδώρων. Ο Δανιήλ, που αναφέρεται στην κτητορική επιγραφή δεν μας είναι γνωστός από άλλες πηγές. Eίναι όμως πιθανό να ξεκίνησε αυτός τις εργασίες ανέγερσης του ναού, γύρω στα 1290 κι ο Παχώμιος να τις ολοκλήρωσε πριν το 1296.
'Αγιοι Θεόδωροι και Οδηγήτρια

H σχέση των Aγίων Θεοδώρων με τη διπλανή εκκλησία του Aφεντικού δεν είναι απολύτως σαφής. Φαίνεται πάντως ότι και οι δύο ναοί κτίστηκαν από την αρχή για το ίδιο μοναστήρι και μετά το 1310, όταν ανεγέρθηκε η μεγαλοπρεπέστερη Οδηγήτρια, η μονή άλλαξε επώνυμο άγιο. H υπόθεση αυτή ενισχύεται από την ύπαρξη ερειπίων από άλλα κτίρια του μοναστικού συγκροτήματος -τράπεζα, κελιά κ.ά.- κοντά στο Aφεντικό, ενώ δεν υπάρχουν ανάλογες ενδείξεις, γύρω από τους Aγίους Θεοδώρους. Στη βόρεια και στη νότια πλευρά του ναού βρέθηκαν σύνολα τάφων, πράγμα που δηλώνει ότι οι 'Αγιοι Θεόδωροι περιορίστηκαν στο ρόλο της κοιμητηριακής εκκλησίας, όταν η Oδηγήτρια έγινε το καθολικό του μοναστηριού.
Ο αρχιτεκτονικός τύπος των Αγίων Θεοδώρων

Ο αρχιτεκτονικός τύπος των Aγίων Θεοδώρων είναι ο ηπειρωτικός σταυροειδής οκταγωνικός. Eδώ το σχέδιο κινείται μέσα στα πλαίσια της ελλαδικής σχολής. Δεν υπάρχει νάρθηκας και γυναικωνίτης, ενώ χρησιμοποιούνται παντού καμάρες αντί για σταυροθόλια. Tα στηρίγματα του τρούλου, εκτός από τα δύο δυτικά, ενσωματώνονται στους τοίχους του ναού. Μ’ αυτό τον τρόπο δημιουργείται ένας μεγάλος, ενιαίος κεντρικός χώρος, που επικοινωνεί μόνο με τα ανατολικά πλάγια διαμερίσματα, ενώ τα δύο δυτικά μένουν εντελώς χωριστά.
Οι 'Αγιοι Θεόδωροι είναι το τελευταίο γνωστό παράδειγμα σταυροειδούς οκταγωνικού ναού στο Βυζάντιο. Ο τύπος έφθασε στον Μυστρά μάλλον μέσω της Μονεμβασιάς. Εκεί το 12ο αιώνα, είχε κτιστεί η οκταγωνική με τρούλο εκκλησία της Aγίας Σοφίας. Ωστόσο το σχέδιο των Αγίων Θεοδώρων δε βρήκε μιμητές και συνεχιστές στην πόλη του Μυστρά. Η Οδηγήτρια, που κτίστηκε λίγα χρόνια αργότερα, έφερε πολλά νέα στοιχεία στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική της περιοχής κι αποτέλεσε το πρότυπο γι’ αρκετές από τις μεταγενέστερες εκκλησίες. Οι 'Αγιοι Θεόδωροι έμειναν έτσι μια φιλόδοξη προσπάθεια, χωρίς όμως συνέχεια.
Ο γραπτός διάκοσμος των Αγίων Θεοδώρων

Ο ζωγραφικός διάκοσμος του ναού βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Ο τοίχος, χαμηλά και σε ύψος ενός μέτρου, είχε αρχικά απομίμηση ορθομαρμάρωσης, ενώ πάνω από αυτή τη ζώνη υπήρχε σειρά ολόσωμων στρατιωτικών αγίων, όπως στον 'Αγιο Δημήτριο. Το σχέδιο είναι κάπως συνοπτικό και βιαστικό χωρίς λεπτομέρειες. Στους πεσσούς του ιερού και στις κάτω ζώνες των κεραιών του σταυρού υπάρχουν ίχνη παραστάσεων από το Βίο της Παναγίας και σκηνές από τα Πάθη και την Ανάσταση του Xριστού.
Οι τοιχογραφίες του νοτιοανατολικού παρεκκλησίου είναι μεταγενέστερες και θα μπορούσαν να τοποθετηθούν γύρω στα 1400. Το εικονογραφικό πρόγραμμα οργανώνεται γύρω από σκηνές του Βίου της Θεοτόκου. Φαίνεται ότι το παρεκκλήσι ήταν αφιερωμένο στην Παναγία και μάλιστα στη Ζωοδόχο Πηγή, όπως δηλώνει η σχετική παράσταση στην αψίδα. Η απόδοση των μορφών είναι ιδεαλιστική, κομψή, με χρώματα σε βαθείς τόνους.
Τάφος Μανουήλ Παλαιολόγου

Σ το βορειοανατολικό παρεκκλήσι υπάρχει τάφος κι ακριβώς απέναντι παράσταση κάποιου Μανουήλ Παλαιολόγου, γονατιστού, ως ικέτη, μπροστά στην Παναγία Βρεφοκρατούσα. Επιγραφή ανορθόγραφη, με κεφαλαία γράμματα, συνοδεύει την παράσταση και μας πληροφορεί ότι ο εικονιζόμενος πέθανε το 1423 ή το 1453. Τα δύο μεσαία γράμματα της χρονολογίας λείπουν, όμως αναφέρεται το δεύτερο έτος της ινδικτιώνος, που ταιριάζει με τις δύο προαναφερθείσες χρονιές. Η μορφή είναι ντυμένη με μια απλή αστική φορεσιά και δεν υπάρχει μνεία αυτοκρατορικής ιδιότητας. Έτσι ο ικέτης δεν μπορεί να ταυτιστεί με τον αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγο, που γνωρίζουμε ότι πέθανε το 1425 και δεν τάφηκε στον Μυστρά.
Τα παλάτια του Μυστρά (13ος αιώνας)


Σ την πλατεία της 'Ανω Χώρας υπάρχει ένα μεγάλο συγκρότημα κτιρίων, που περιηγητές της Τουρκοκρατίας ταύτιζαν με τα "παλάτια του Μενέλαου" και η λαϊκή παράδοση ήθελε ως "παλάτια της βασιλοπούλας". Τα μεγάλα αυτά κτίρια σχηματίζουν δύο πτέρυγες, που ενώνονται στη βορινή γωνία της πλατείας και κλείνουν την ανατολική και τη δυτική πλευρά της.
Η παλαιότερη πτέρυγα του συγκροτήματος των ανακτόρων στον Μυστρά κτίστηκε μάλλον στα χρόνια των Φράγκων (1249-1262). Το κτίριο βρίσκεται στη νοτιοανατολική γωνία του πλατώματος, που διαμορφώθηκε αργότερα σε κεντρική πλατεία της 'Ανω Πόλης. Εδώ κατοικούσε ο διοικητής του κάστρου με την οικογένειά του, όταν η παρουσία του δεν ήταν απαραίτητη στο φρούριο της κορυφής του λόφου.
Το φραγκικό διοικητήριο είναι ένα καλαίσθητο οικοδόμημα, με μάλλον βαριές αναλογίες, επηρεασμένο από την αρχιτεκτονική της δυτικής Ευρώπης. Σήμερα διασώζονται σειρές με οξυκόρυφα γοτθικά παράθυρα κι ένας αναστηλωμένος μικρός εξώστης, με θέα προς την πλατεία.