Ο Παρθενώνας αποτελεί το λαμπρότερο μνημείο της αθηναϊκής πολιτείας και τον κολοφώνα του δωρικού ρυθμού. H κατασκευή του ξεκίνησε το 448/7 π.Χ. και τα εγκαίνια έγιναν το 438 π.Χ., ενώ ο γλυπτός διάκοσμος περατώθηκε το 433/2 π.Χ. Σύμφωνα με τις πηγές οι αρχιτέκτονες που εργάστηκαν ήταν ο Ικτίνος, ο Καλλικράτης και πιθανόν ο Φειδίας, που είχε και την ευθύνη του γλυπτού διακόσμου. Η ταχύτητα με την οποία πραγματοποιήθηκε η ανέγερση είναι εντυπωσιακή, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο δωρικό ναό της Αρχαιότητας (οι άλλοι δύο, του Σελινούντα και του Ακράγαντα, δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ) με διαστάσεις στυλοβάτη 31X70 μέτρα. Eίναι ο μόνος ολομάρμαρος ελληνικός ναός και ο μόνος δωρικός με ανάγλυφες όλες του τις μετόπες. Πολλά τμήματα του γλυπτού διακόσμου, του επιστυλίου και των φατνωμάτων της οροφής έφεραν γραπτό διάκοσμο με κόκκινο, μπλε και χρυσό χρώμα. Χρησιμοποιήθηκε πεντελικό μάρμαρο, εκτός από το στυλοβάτη που κατασκευάστηκε από ασβεστόλιθο. Για την εξόρυξη, τη μεταφορά και τη λάξευση του μαρμάρου δούλευαν ταυτόχρονα πολλά συνεργεία και είχε επιτευχθεί υψηλό επίπεδο οργάνωσης της εργασίας.



Το πτερό είχε 8 κίονες (αντί για 6 όπως συνηθιζόταν) κατά πλάτος και 17 κατά μήκος. Στις στενές πλευρές υπήρχε και δεύτερη σειρά 6 κιόνων που δημιουργούσε την ψευδαίσθηση δίπτερου ναού. Mια άλλη ιδιομορφία ήταν η ύπαρξη ζωφόρου που περιέτρεχε το σηκό σε όλο του το μήκος και αποτελεί ίσως την πιο φανερή από τις ιωνικές επιδράσεις. Στο εσωτερικό υπήρχε δωρική κιονοστοιχία σχήματος "Π" σε δύο ορόφους (δίτονη κιονοστοιχία) που δημιουργούσε ένα υπερώο, από το οποίο οι επισκέπτες μπορούσαν να θαυμάσουν από διάφορα σημεία το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Για το σκοπό αυτό είχαν ανοιχτεί και δύο ψηλά παράθυρα στην πρόσοψη του σηκού, ώστε να μπαίνει άπλετο φως. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η κατασκευή του ναού είχε εναρμονιστεί με το άγαλμα που επρόκειτο να τοποθετηθεί σ' αυτόν.

Στον οπισθόδομο φυλασσόταν ο θησαυρός, δηλαδή τα πολύτιμα αφιερώματα της Αθηνάς. Η οροφή του στηριζόταν σε τέσσερις ιωνικούς κίονες. Η στέγη ολόκληρου του ναού, μαζί με τους στρωτήρες, τους καλυπτήρες και τα ακροκέραμα, ήταν μαρμάρινη, αλλά στηριζόταν σε μεγάλους ξύλινους δοκούς.

Στη φήμη του ναού συνέτειναν και οι ασύλληπτες εκλεπτύνσεις, οι αδιόρατες αποκλίσεις από την κατακόρυφο και την οριζόντια κατεύθυνση και οι αρμονικές αναλογίες. Η αναλογία που κυριαρχούσε στα διάφορα μέρη από το στυλοβάτη έως το θριγκό ήταν 4:9. Ο στυλοβάτης παρουσίαζε ελαφρά τυμπανοειδή καμπύλωση, οι ραδινοί κίονες απέκλιναν από την κατακόρυφο προς το κέντρο του ναού και η συνολική σχεδίαση ήταν πυραμιδοειδής. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχανόταν μία κίνηση προς τα μέσα και προς τα πάνω που μετέτρεπε τον Παρθενώνα σε ένα παλλόμενο οργανικό σύνολο. Οι αναρίθμητες αυτές λεπτότητες σχεδιάστηκαν με μεγαλοφυή τρόπο και εκτελέστηκαν με απάραμιλλη μαθηματική ακρίβεια.



| εισαγωγή | τέχνες | γράμματα | εκπαίδευση | θρησκεία | Κλασική Εποχή

Σημείωση: Επιλέγοντας τις εικόνες μπορείτε να δείτε αυτές σε μεγέθυνση, καθώς και τις επεξηγήσεις τους.
Οι υπογραμμισμένες παραπομπές (links) οδηγούν σε σχετικά με αυτές κείμενα, ενώ οι μη υπογραμμισμένες αποτελούν επεξηγηματικό γλωσσάρι.