Η παράσταση (διδασκαλία) των τραγωδιών και του σατυρικού δράματος, τις τρεις τελευταίες μέρες των Μεγάλων Διονυσίων, είχε διαγωνιστικό χαρακτήρα. Όσοι ποιητές επιθυμούσαν να λάβουν μέρος υπέβαλλαν στον επώνυμο άρχοντα 3 τραγωδίες και 1 σατυρικό δράμα και εζήτουν χορόν. Ο επώνυμος άρχων εδίδου χορόν στα έργα τριών ποιητών και όριζε τους χορηγούς, τους οποίους είχαν υποδείξει οι φυλές. Οι χορηγοί αναλάμβαναν τα έξοδα που απαιτούνταν για τη διδασκαλία και την εμφάνιση των μελών του χορού, καθώς και για το χώρο των δοκιμών. Οι επιλεγμένοι τρεις ποιητές και οι ηθοποιοί (υποκριταί), τρεις για τον κάθε ποιητή, αμείβονταν από την πόλη.
Λίγο πριν από την ημέρα έναρξης των παραστάσεων καταρτιζόταν προκαταρκτικός κατάλογος των κριτών: τα ονόματα 500 Αθηναίων, 50 από κάθε φυλή, γράφονταν σε πινακίδια που τα έριχναν σε 10 υδρίες (μία για κάθε φυλή), τις οποίες σφράγιζαν και τοποθετούσαν στον οπισθόδομο του Παρθενώνα. Το πρωί της πρώτης μέρας των παραστάσεων έφερναν τις υδρίες στο θέατρο και από κάθε υδρία κλήρωναν ένα πινακίδιο. Οι δέκα που κληρώνονταν παρακολουθούσαν τις παραστάσεις και έγραφαν την κρίση τους σε πινακίδια. Με κλήρωση επίσης γινόταν η επιλογή των 5 κριτών, που η γνώμη τους ήταν αποφασιστική για το βραβείο και με κλήρωση οριζόταν η σειρά παρουσίασης των έργων του κάθε ποιητή. |
Μετά το τέλος των παραστάσεων και την ανάδειξη του νικητή δίνονταν τα βραβεία, τα πρώτα χρόνια στον ποιητή και στο χορηγό του. Αργότερα βραβευόταν και ο καλύτερος υποκριτής. Το βραβείο ήταν στεφάνι κισσού. Έχει αποδειχθεί ότι κατά τον
| |
|||
|