ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ιουστινιανός και Θεοδώρα     Bασιλεία του Ιουστινιανού     Αυτοκρατορική εικονογραφία

Η περίοδος βασιλείας του Ιουστινιανού (527-565)
  Κατά τη μακρά βασιλεία του Ιουστινιανού σημειώθηκε μία σειρά από στρατιωτικές εκστρατείες και στα δύο άκρα της αυτοκρατορίας, με στόχο την ανάκτηση της Δύσης από τους Γότθους και την προάσπιση της Ανατολής από τον περσικό κίνδυνο. Το βασίλειο των Βανδάλων στη βόρεια Αφρική καταλήφθηκε από το στρατηγό Βελισάριο σε λιγότερο από δύο χρόνια (532-534). Στην Ιταλία, μία πρώτη εκστρατεία από τον ίδιο στρατηγό (535-540) οδήγησε στην κατάληψη της Ραβένας, της πρωτεύουσας των Οστρογότθων. Μεταξύ του 542 και 552 ο Βελισάριος και ο Ναρσής αποκατέστησαν τη βυζαντινή κυριαρχία στην Ιταλία. Η κατάκτηση της Ισπανίας έγινε το 551 με τη βοήθεια του ίδιου του βασιλιά των Βησιγότθων. Τελικά, το 561, η περσική απειλή στο ανατολικό σύνορο αντιμετωπίστηκε με μία συνθήκη, για τη διατήρηση της οποίας οι Βυζαντινοί υποχρεώνονταν να καταβάλλουν ετήσιο φόρο.
  Οι νομικές μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού περιλάμβαναν τη συγκέντρωση προηγούμενων κωδίκων και την περικοπή απαρχαιωμένων και αντιφατικών στοιχείων. Ο Ιουστινιάνειος Κώδιξ (Codex Justinianus) που προέκυψε, πρωτοδημοσιεύτηκε το 529, επανεκδόθηκε το 534, ενώ το 533 ακολούθησε το έργο Πανδέκται (Digesta), μία πενηντάτομη συλλογή από αρχαίες νομοθεσίες. Επιπλέον, μεταξύ του 534 και 542, μία σειρά από διατάξεις, οι Νεαραί (Novellae), γραμμένες στην ελληνική, επιχείρησαν να κάμψουν τη διαφθορά, να περιορίσουν την ισχύ των πλούσιων γαιοκτημόνων και να αναθεωρήσουν το φορολογικό σύστημα, για να μπορέσει η αυτοκρατορία να αντεπεξέλθει στο κόστος της επέκτασης και αναδιοργάνωσής της.
  Δεν ήταν ωστόσο όλες οι μεταρρυθμίσεις του Ιουστινιανού αρεστές στο λαό. Η προσπάθειά του να περιορίσει το δημόσιο τομέα τον έφερε σε σύγκρουση με το λαό, η οποία κορυφώθηκε με τη Στάση του Νίκα (11 έως 19 Ιανουαρίου του 532) και την απόπειρα σφετερισμού του θρόνου από τον Υπάτιο, ανιψιό του αυτοκράτορα Αναστασίου. Για μέρες οι στασιαστές λεηλατούσαν την πρωτεύουσα, πριν κατασταλούν βίαια μέσα στον ιππόδρομο.
  Όπως οι περισσότεροι αυτοκράτορες από την εποχή του Κωνσταντίνου, έτσι και ο Ιουστινιανός είχε άμεση ανάμειξη στα εκκλησιαστικά ζητήματα, ακολουθώντας μία πολιτική συμφιλίωσης ανάμεσα στην Ορθοδοξία και το Μονοφυσιτισμό. Ασχολήθηκε προσωπικά σε σημαντικό βαθμό με την ανοικοδόμηση δημόσιων κτηρίων, φροντίζοντας για την κατασκευή και αποκατάσταση πολυάριθμων εκκλησιών, μονών, ανακτόρων, οχυρώσεων, υδραγωγείων και άλλων οικοδομημάτων, τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στις επαρχίες (για τα οποία ο Προκόπιος μάς δίνει εκτενείς αφηγήσεις). Όταν κατά τη Στάση του Νίκα ένα μεγάλο κομμάτι της Κωνσταντινούπολης έγινε στάχτες, ο Ιουστινιανός αντικατέστησε την παλιά βασιλική της Αγίας Σοφίας με μία καινούρια, εξαίσια εκκλησία (εγκαινιάστηκε το 537), σύμβολο μέχρι σήμερα της εποχής του.
  Η εποχή του Ιουστινιανού δίκαια θεωρείται ως η τελευταία φάση της παλιάς τάξης πραγμάτων, πριν τη μαζική απώλεια εδαφών και άλλες συμφορές που ακολούθησαν. Η μεγάλη πανώλη του 542 σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες σε όλη την αυτοκρατορία, στερώντας το κράτος από σημαντικό αριθμό φορολογούμενων πολιτών και στρατιωτών. Η πολυδάπανη εδαφική επέκταση αποστράγγισε ακόμα περισσότερο τους οικονομικούς πόρους που ήταν απαραίτητοι για να διατηρηθούν τα νεοαποκτηθέντα εδάφη και το διοικητικό δίκτυο.
  Ως αποτέλεσμα, το όραμα του Ιουστινιανού αποδείχθηκε βραχύβιο. Οι διάδοχοί του στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 7ου αιώνα δεν ήταν σε θέση να αναχαιτίσουν τις επιθέσεις που προέρχονταν από αρκετά μέτωπα: οι Πέρσες κινήθηκαν στη Συρία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Το μεγαλύτερο μέρος της Ιταλίας είχε ξαναχαθεί, προς όφελος των Λογγοβάρδων αυτή τη φορά, ενώ οι Σλάβοι και οι Άβαροι εισέβαλαν στα Βαλκάνια. Υπήρξε μία σύντομη ανάκαμψη του Βυζαντίου στις ανατολικές επαρχίες, με την ανακατάληψη εδαφών από τον Ηράκλειο (610-641), του οποίου οι εκστρατείες εναντίον των Περσών στέφθηκαν τελικά με επιτυχία. Ωστόσο, τον 7ο αιώνα η εξασθενημένη αυτοκρατορία έγινε βορά των Αράβων.