Πάνω από τους χωρικούς βρίσκονταν οι βασιλείς, πλουσιότεροι
γαιοκτήμονες, από τους οποίους όμως οι χωρικοί δεν ήταν εξαρτημένοι και οι οποίοι
δεν επενέβαιναν στις καθημερινές υποθέσεις των τελευταίων. Στην αρχαία Ελλάδα
λοιπόν δεν υπήρχε κυριαρχία της αριστοκρατικής τάξης, δηλαδή φεουδαρχική εξάρτηση,
όπως στη μεσαιωνική Ευρώπη. Οι παράγοντες που διαχώριζαν αυτή την ανώτατη αριστοκρατική
τάξη από την κοινότητα των μεγαλοκτηματιών και την κατώτατη αγροτική τάξη ήταν ο
πλούτος σε γη και κοπάδια, σε αποθέματα τροφίμων και πολυποίκιλτα υφάσματα, τα πολύτιμα
σκεύη και τα συγκεκριμένης τεχνοτροπίας εργαλεία. Είχαν διαμορφώσει έναν ιδιαίτερο,
αριστοκρατικό τρόπο ζωής με κοινά γεύματα, συμπόσια, αθλητικούς αγώνες, μουσική και
ποίηση, ιππασία και κυνήγι.
Το ευδιάκριτο χάσμα ανάμεσα στους χωρικούς και τους βασιλείς που
διαφαίνεται στο Έργα και Ημέραι του Ησιόδου εξηγείται κυρίως από το γεγονός ότι οι
βασιλείς δεν κατοικούσαν στην Άσκρα, παρά είχαν την περιουσία τους στην περιοχή των
Θεσπιών. Από εκεί ασκούσαν την επιρροή τους και στην Άσκρα, που εκφραζόταν ως επί το
πλείστον με τη λήψη αποφάσεων διαιτησίας. Σε περιπτώσεις αντιδικίας, όπως αυτή ανάμεσα
στον Ησίοδο και τον αδερφό του Πέρση για την πατρική κληρονομιά, μπορούσαν οι δύο
αντίδικοι να αποταθούν σε κάποιον ευγενή και να του ζητήσουν να αποφασίσει εκείνος
και να παίξει το ρόλο του διαιτητή. Ωστόσο ο Ησίοδος έχει πολύ αρνητική κρίση για τη
δικαστική ικανότητα των βασιλέων. Εντούτοις η τεταμένη σχέση ανάμεσα στη γειτονιά
των χωρικών και την εξουσία αποτελεί άλλο ένα χαρακτηριστικό των αγροτικών κοινωνιών.
Ο Ησίοδος προσάπτει στους βασιλείς ότι δωροδοκούνται και παίρνουν «στρεβλές δίκες».
Παρ' όλα αυτά για τον Ησίοδο και τους χωρικούς οι βασιλείς ήταν
αναπόσπαστο τμήμα της επιβεβλημένης από τους θεούς τάξης, γιατί θεωρούνταν εξαιρετικά
σημαντικοί για την οικονομική και κοινωνική ευημερία στο χωριό. Μόνο η δίκαιη άσκηση
της εξουσίας από τους βασιλείς εξασφάλιζε, σύμφωνα με την αντίληψη των χωρικών,
την εύνοια των θεών και μαζί μ' αυτή την ευφορία του εδάφους και την αύξηση των
κοπαδιών.
Επειδή οι βασιλείς, η ευπορότερη ανώτερη τάξη, είχαν μεγαλύτερη
οικονομική ασφάλεια και δε φοβούνταν μήπως χάσουν την κοινωνική τους θέση, δεν
αισθάνονταν την ανάγκη να συμβιβαστούν με τις υποχρεώσεις και τους κανόνες
συμπεριφοράς των αγροτών. Η σχέση τους μάλιστα μ' εκείνους ήταν σε μεγάλο βαθμό
αποστασιοποιημένη.
Εξάλλου, στον οίκο18 ενός ευγενούς ζούσαν πολύ περισσότερα άτομα,
επειδή η εξάρτηση από την εξωτερική βοήθεια ήταν πολύ μικρότερη απ' ό,τι στο
αγρόκτημα. Επομένως η κύρια εκτός οίκου συναναστροφή των αριστοκρατών δεν ήταν
με τους γείτονες αλλά με τους φίλους, τους εταίρους. Στα ομηρικά έπη ως εταίροι
συνήθως ορίζονται οι ισότιμοι αριστοκράτες, με τους οποίους οι επικοί ήρωες
πήγαιναν στον πόλεμο και μάχονταν πλευρό με πλευρό, αλληλοενθαρρύνονταν και αλληλοσυμβουλεύονταν και εμπιστεύονταν ο ένας τον άλλον, γιατί είχαν υποσχεθεί
αμοιβαία πίστη19. Οι ευγενείς προσπαθούσαν να αμυνθούν ενάντια στην κριτική και
τις απαιτήσεις των χωρικών δημιουργώντας στενές σχέσεις με τους εταίρους.
18. Με τον όρο "οίκος" εννοείται το "σπίτι"
στο οποίο δεν ανήκουν μόνο τα μέλη της οικογένειας παρά όλα τα άτομα που ζουν
μέσα στο οίκημα, συμπεριλαμβανομένων και των υποτακτικών και των σκλάβων, καθώς
και η υλική υποδομή, δηλαδή τα οικημάτα του αγροκτήματος και τα κατοικίδια ζώα.
19. Η απαίτηση απόλυτης πίστης στη φιλία αντικατοπτρίζεται με ιδιαίτερα όμορφο τρόπο
στο μύθο της αλεπούς και του αετού, που μας σώζεται από τον Αρχίλοχο (Αποσπάσματα
από τον Αρχίλοχο, 88-95 Diehl, 172-181, West). Συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή των
μύθων του Αισώπου (μύθος 1, Hausrath): Η αλεπού και ο αετός, επειδή ήταν φίλοι,
αποφάσισαν να ζήσουν δίπλα δίπλα. Ο αετός πέταξε σε ένα ψηλό δέντρο και άρχισε
να κλωσάει εκεί τα αυγά του και η αλεπού γέννησε τα μικρά της σε ένα θάμνο στις
ρίζες του δέντρου. Μια φορά που η αλεπού έλειπε και ο αετός δεν είχε να φάει,
κατέβηκε από το δέντρο, άρπαξε τα αλεπουδάκια και μαζί με τα παιδιά του τα
έφαγαν. Όταν η αλεπού γύρισε και είδε τι είχε γίνει, καταράστηκε τον εχθρό της.
Έπειτα από λίγο καιρό όμως αναγκάστηκε και ο αετός να μετανιώσει που κατέλυσε
τη φιλία. Όταν μια μέρα κάποιοι άνθρωποι έσφαξαν μια κατσίκα στο χωράφι τους,
ο αετός έφερε στη φωλιά του ένα κομμάτι κρέας από το βωμό. Από το κομμάτι κρέας
πήρε φωτιά το δέντρο. Τα αετόπουλα έπεσαν στο χώμα και η αλεπού έτρεξε και τα
καταβρόχθισε μπροστά στα μάτια του αετού. Ο μύθος δείχνει τι καταστροφές μπορεί
να προκαλέσει η θρασεία προδοσία μιας φιλίας.
|