ι ερωτικές μυθιστορίες είναι από τα πιο αξιόλογα επιτεύγματα
της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας. Διακρίνονται σε έργα
που αποτελούν πρωτότυπες ελληνικές συνθέσεις και έργα που
συνιστούν μεταφράσεις από κάποια δυτική γλώσσα. Οι περισσότεροι
μελετητές τοποθετούν τα χρονικά στο 14ο-15ο αιώνα. Πρωτότυπες
συνθέσεις είναι οι εξής: Λίβιστρος και Ροδάμνη, Καλλίμαχος
και Χρυσορρόη, Βέλθανδρος και Χρυσάντζα, Αχιλληίδα. Μεταφράσεις
δυτικών έργων αποτελούν τα έργα: Φλώριος και Πλατζιαφλόρα,
Ιμπέριος και Μαργαρώνα, Πόλεμος της Τρωάδος, Πρέσβυς ιππότης.
Οι υποθέσεις των ερωτικών μυθιστοριών οικοδομούνται πάνω σε
ένα κοινό και στερεότυπο αφηγηματικό υλικό. Ένας πρίγκιπας
αγνοεί και περιφρονεί τον έρωτα και φεύγει από την πατρίδα
του, είτε σε αναζήτηση ηρωικών κατορθωμάτων είτε σε αναζήτηση
μιας ωραίας κόρης, την οποία όμως δεν έχει γνωρίσει από κοντά.
Σε κάποιο θαυμαστό κάστρο συναντά την αγαπημένη των ονείρων
του. Οι δύο νέοι εκδηλώνουν την αγάπη τους. Μεσολαβεί όμως
κάποιο εμπόδιο που αναβάλλει ή ματαιώνει την ένωση των δύο
εραστών. Σε ορισμένες περιπτώσεις το εμπόδιο αποδεικνύεται
μοιραίο και το ευτυχές τέλος ματαιώνεται. Σε άλλες περιπτώσεις
ωστόσο οι ήρωες χωρίζονται, ο ένας από τους δύο ή και οι δύο
θεωρούνται κάποια στιγμή νεκροί. Μετά από περιπέτειες και
περιπλανήσεις το ζευγάρι ξαναενώνεται χάρη στη βοήθεια τρίτου
προσώπου (για παράδειγμα μιας μάγισσας). Από το βασικό σχήμα
διαφοροποιούνται τα μεταφρασμένα-διασκευασμένα έργα: Θησηίδα
(μετάφραση του ομώνυμου έργου του Βοκκάκιου), Πόλεμος της
Τρωάδος, Διήγησις γεναμένη εν Τροία, Πρέσβυς
ιππότης (έργο που βασίζεται σε γαλλικό μυθιστόρημα του
αρθουριανού κύκλου και σώζεται αποσπασματικά).
Σε σχέση με τις ερωτικές μυθιστορίες του 12ου αιώνα η πλοκή
συμπυκνώνεται σημαντικά, η κοινωνική καταγωγή των ηρώων αλλάζει
και από αστική γίνεται βασιλική, ενώ ελάχιστα δημώδη κείμενα
διατηρούν το στοιχείο της δευτερεύουσας πλοκής, της ερωτικής
ιστορίας που εξελίσσεται παράλληλα με αυτή των κεντρικών ηρώων
(Λίβιστρος και Ροδάμνη).
Παρά τις διαφορές, η εξάρτηση από το λόγιο μυθιστόρημα είναι
έντονη, ιδιαίτερα στην τριάδα των μυθιστορημάτων Καλλίμαχος
και Χρυσορρόη, Λίβιστρος και Ροδάμνη, Βέλθανδρος και Χρυσάνζα.
Υπάρχουν σαφείς συγγένειες στο χειρισμό συγκεκριμένων θεμάτων,
όπως η παντοδυναμία του έρωτα, η εικονογραφία του έρωτα και
το θέμα της ερωτικής πολιορκίας. Ρητορικές εκφράσεις που ακολουθούν
τις επιταγές της βυζαντινής ρητορικής, όπως του κήπου, της
κόρης, έργων τέχνης, ενός λουτρού, δηλώνουν επίσης τους στενούς
δεσμούς με τις συμβάσεις του λόγιου μυθιστορήματος. Η περιγραφή
του παλατιού ή του κάστρου κατέχει κεντρική θέση. Άμεσα σχετιζόμενο
με τις καινοτομίες των μυθιστοριογράφων του 12ου αιώνα είναι
και το χαρακτηριστικό ενσωμάτωσης αυτοτελών λυρικών ποιημάτων
(σε ορισμένες περιπτώσεις και σε διαφορετικό μέτρο) στην αφήγηση.
Τα λυρικά αυτά ποιήματα έχουν τη μορφή είτε ερωτικής επιστολής
(πιττάκια), είτε τραγουδιού (καταλόγια), είτε μονολόγων. Αποτελούν
τα σημαντικότερα δείγματα ερωτικής λυρικής ποίησης που μας
σώζονται από τη βυζαντινή λογοτεχνία.
Η ποιητική γλώσσα των ερωτικών μυθιστοριών χαρακτηρίζεται
από ευρηματικότητα αλλά και εκζήτηση και υπερβολή στην επινόηση
σύνθετων λέξεων. Παρά την αναμενόμενη στερεοτυπία ενός κοινού
ποιητικού ιδιώματος, το ύφος των μυθιστοριών πολλές φορές
χαρακτηρίζεται από εκλέπτυνση, ζωντάνια και παραστατικότητα.
|
Καλλίμαχος
και Χρυσορρόη, Έκφραση του κελλιού του δράκοντος, M. Pichard
(έκδ.), Le Roman de Callimaque et de Chrysorrhoe, Παρίσι
(Belles Lettres) 1956, σ. 16-17.
Λίβιστρος
και Ροδάμνη, χειρόγραφο S, α. πιττάκι, J. Lambert (έκδ.),
Le roman de Libistros et Rodamne, Άμστερνταμ 1935,
σ. 175.
Λίβιστρος
και Ροδάμνη, χειρόγραφο S, β. καταλόγι, J. Lambert (έκδ.),
Le roman de Libistros et Rodamne, Άμστερνταμ 1935,
σ. 283.
Αναστενάζουν τα βουνά,
πάσχουν δι' εμέν οι κάμποι,/ θρηνούσιν τα παράπλαγα, βροντούν
οι λιβαδίες,/
και δένδρα τα επαρέδραμα και οι ραχωτές κλεισούρες/
έχουν τους πόνους μου ακομή και αντίς μου αναστενάζουν./ Λέγουν:
"εδιέβην απ' εδώ στρατιώτης πονεμένος,/ άγουρος ποθοφλόγιστος
δια πόθον ωραιωμένης·/
τα δάκρυα του είχεν ποταμούς, βροντάς τους στεναγμούς του,/
καπνόν επάνω εις τα βουνά τον πονοανασασμόν του·/
τον ήλιον είχεν μάρτυραν και εις τόπους μετ' εκείνον/
τα σύννεφα εσκεπάζετον, συνέπασχεν μετ' αυτόν.
Αχιλληίδα,
χειρόγραφο Ν, έκφραση κόρης, D. C. Hesseling (έκδ.), L'
Achilleide Byzantine, Άμστερνταμ 1919, σ. 63-64.
|