Οι έλληνες νομοθέτες προσπάθησαν να παρεμποδίσουν αυτή τη
μορφή απόδοσης δικαιοσύνης και να την αντικαταστήσουν με κανονικές διαδικασίες
δικαίου. Στη νομοθεσία του Σόλωνα υπήρχε ένας νόμος κατά της «αικείας»,
δηλαδή κατά της άσκησης βίας εναντίον προσώπων και πραγμάτων. Πολύ πιθανόν
αυτός ο νόμος να στρεφόταν άμεσα κατά των νυχτερινών διαπομπεύσεων.
Ένα όμορφο απόσπασμα του κωμικού ποιητή Εύβουλου μας δείχνει
πως στην Κλασική περίοδο αυτοί που προκαλούσαν παρόμοιες διαπομπεύσεις
τιμωρούνταν. Πιο ακριβείς πληροφορίες βρίσκουμε σε κάποιο σημείο στο δεύτερο
μιμίαμβο του Ηρώνδα. Εκεί ο Βάταρος, εξαπατημένος ιδιοκτήτης οίκου ανοχής,
επικαλείται το νόμο του Σόλωνα σχετικά με την αικεία.
Ο νόμος αυτός εξακολουθεί ολοφάνερα να αναφέρεται στο έθιμο
της λεηλασίας. Μετά το σπάσιμο της πόρτας η αντίδραση του κατηγορούμενου
είναι να βγει έξω και να παλέψει με τους κατηγόρους του. Αν δεν εμφανιστεί,
αυτοί παραβιάζουν τα όρια του σπιτιού του και μπαίνουν για λίγο μέσα.
Σε βαριά παραπτώματα ξηλώνεται ή καίγεται η σκεπή. Όμως ο αστικός κώδικας
τιμωρούσε αυτές τις πρακτικές που εκτελούνταν χωρίς κανονική δίκη, γιατί τη
θέση των αγροτικών μομφών όφειλαν να πάρουν οι κανονικές νομικές διαδικασίες.
Η μετάβαση από τα έθιμα της μομφής στις κανονικές νομικές
διαδικασίες και η απαγόρευση των αγροτικών ποινικών τελετουργικών αποτελεί
αποφασιστική πρόοδο στην εξέλιξη του δικαίου. Κατά την εκτέλεση του
τελετουργικού ο επιπληττόμενος δεν είχε καμιά δυνατότητα να υπερασπίσει
τον εαυτό του, αν η κατηγορία ήταν άδικη. Ξαφνικά στεκόταν μια ορδή μεθυσμένων
νεαρών μπροστά στο σπίτι και πρόσβαλλε την τιμή του. Αντίθετα στο δικαστήριο
δινόταν μεγάλη βαρύτητα στη δυνατότητα τόσο του κατηγόρου όσο και του
κατηγορουμένου να υπερασπίσουν την άποψή τους. Οι δικαστές υποχρεώνονταν με
όρκο να ακούσουν με την ίδια προσοχή και τις δύο πλευρές.
Όχι μόνο οι νομοθέτες αλλά και οι έλληνες ποιητές δείχνουν
μια ευαισθητοποίηση στο θέμα της αναποτελεσματικότητας των μομφών. Θέμα των
έργων τους ήταν ειδικά αυτές οι περιπτώσεις, όπου άτομα κατηγορήθηκαν άδικα.
Στην Οδύσσεια οι μνηστήρες εκτελούν τη μομφή κατά της Πηνελόπης, με το να
μπαίνουν αυθαίρετα στον οίκο και να καταβροχθίζουν τα αποθέματα. Αυτή η ποινή
ήταν δικαιολογημένη, γιατί η Πηνελόπη αρνούνταν να ξαναπαντρευτεί, παρόλο που
θεωρούνταν αυτονόητο πως ο Οδυσσέας, μετά από δέκα χρόνια απουσίας, δε θα
ξαναγύριζε. Ωστόσο, το αναπάντεχο συμβαίνει και ο Οδυσσέας επιστρέφει.
Η προϋπόθεση που νομιμοποιούσε τη μομφή, δηλαδή η χηρεία της Πηνελόπης,
ήταν πια ανυπόστατη. Η Πηνελόπη δεν είχε προσβάλει τους νόμους της κοινότητας
αλλά είχε μείνει πιστή στο ζωντανό άντρα της. Ο Ευριπίδης σε μια από τις
τραγωδίες του θέλει την Ελένη στην Αίγυπτο. Αυτό που κυνηγούν οι Έλληνες στα
τείχη της Τροίας είναι ένα φάντασμα, μια παραίσθηση. Όμως παρ' όλα αυτά η φήμη
της Ελένης έχει σπιλωθεί ανεπανόρθωτα. Ολόκληρος ο κόσμος τη θεωρεί ξεκάθαρα
μοιχαλίδα που ανάγκασε τους Έλληνες να εμπλακούν σ' έναν καταστροφικό πόλεμο
με αμέτρητα θύματα. Και στις δύο περιπτώσεις οι προϋποθέσεις για τη μομφή
ή τη διαπόμπευση ήταν ανυπόστατες, αλλά ούτε η Πηνελόπη ούτε η Ελένη είχαν
τη δυνατότητα να υπερασπίσουν τον εαυτό τους κατά των άδικων κατηγοριών.
Ο Σόλωνας με την κωδικοποίηση των νόμων του κατάφερε να
κατοχυρώσει μεγαλύτερη νομική ασφάλεια, γεγονός καθοριστικό για τη μετάβαση
από την αρχαϊκή κοινωνία, μια κοινωνία αγροτική, παραδοσιακή και απλοϊκή,
στη διαφοροποιημένη, προοδευτική κοινωνία της Κλασικής εποχής.
|