για να
έχουν αποδοτική παραγωγή όπως για παράδειγμα τα σιτηρά. Aντίθετα, κατευθύνθηκαν
σε εντατικές καλλιέργειες όπως η σταφίδα και η ελαιοπαραγωγή.
Δηλαδή, στα λίγα στρέμματα του κάθε γεωργού καλλιεργούνταν αμπέλια ή ελαιόδεντρα
που απαιτούσαν πολύ χρόνο εντατικής και επίπονης εργασίας, αλλά απέδιδαν
αξιόλογα κέρδη. Έτσι το αγροτικό νοικοκυριό εξασφάλιζε την επιβίωσή του
με την καλλιέργεια ενός μικρού κλήρου.
H περιοχή της βόρειας και δυτικής Πελοποννήσου παρήγαγε καλής ποιότητας
σταφίδα, η οποία ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστική στη διεθνή αγορά. Εκείνα
τα χρόνια, η σταφίδα ήταν το κυριότερο εξαγωγικό προϊόν της χώρας και αποτέλεσε
το ρυθμιστικό παράγοντα στην προσπάθεια για την επίτευξη ισοζυγίου εξωτερικών
συναλλαγών και στην εισαγωγή συναλλάγματος. H σταφίδα της Πελοποννήσου
μάλιστα ήταν ένα είδος με μεγάλη απορροφητικότητα στη Μεγάλη Bρετανία.
Mια ειδική συγκυρία, η φυλλοξήρα που έπληξε τα γαλλικά αμπέλια στα τέλη
του 19ου αιώνα, αύξησε υπέρμετρα τη ζήτηση της πελοποννησιακής σταφίδας,
αφού οι οινοπαραγωγοί της Γαλλίας αναπλήρωσαν τις απώλειές τους με ελληνικά
σταφύλια. Στις δεκαετίες του 1880 και 1890 η παραγωγή σταφίδας αυξήθηκε
με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, για να καλύψει τη γαλλική ζήτηση, ενώ παράλληλα
αυξήθηκε και η τιμή της. Όμως από τα μέσα της δεκαετίας του 1890 η γαλλική
παραγωγή άρχισε να επανέρχεται στο αρχικό της επίπεδο και η ζήτηση της
ελληνικής σταφίδας έπεσε τόσο γρήγορα, όπως ακριβώς είχε αυξηθεί μερικά
χρόνια νωρίτερα.
Έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του 1890 και στις αρχές της πρώτης δεκαετίας
του 20ού αιώνα εκδηλώθηκε μια κρίση υπερπαραγωγής της σταφίδας,όπου ένα
μεγάλο μέρος της παραγωγής έμενε αδιάθετο, ενώ η μικρή ποσότητα που απορροφούσε
η αγορά είχε πολύ χαμηλή τιμή.
|