Προϊστορική περίοδος
Μινωική - Μυκηναϊκή περίοδος
Η κατοίκηση κατά τη Νεολιθική περίοδο (7000-3100 π.Χ.) ήταν σποραδική, περιορισμένη στην περιοχή του ιερού της Αθηνάς, στα δυτικά του λόφου του Σταδίου. Κατά την Πρώιμη εποχή του Χαλκού η Μίλητος αποτελεί σημαντικό κέντρο του πολιτισμού της Δυτικής Ανατολίας, που φανερώνει δεσμούς με τις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και την Τροία. H μεγάλη ακμή της προϊστορικής πόλης ξεκινά γύρω στο 2000 π.Χ. Οι ανασκαφές κατέδειξαν ότι η Μίλητος υπήρξε ιδιαίτερα ακμάζον εμπορικό κέντρο των Μινωιτών κατά τη Μέση Μινωική ΙΑ περίοδο. Η μινωική εγκατάσταση, η μεγαλύτερη εκτός Κρήτης, άνθησε κυρίως μεταξύ 1650 και 1450 π.Χ., κατά τα τέλη της Μέσης Μινωικής ΙΙΒ περιόδου.
Υπάρχουν αρκετές αντιφατικές μυθολογικές παραδόσεις σχετικά με την ίδρυση της πόλης. Σύμφωνα με την εκδοχή του Παυσανία, οι πρώτοι κάτοικοι ήταν αυτόχθονες Κάρες, υπό τον Άνακτα και τον Αστέριο, τους οποίους πλαισίωσαν Κρήτες άποικοι υπό το Μίλητο, σταλμένοι από το Μίνωα. Οι Μινωίτες συνυπήρξαν με τους Κάρες και συνοίκισαν την πόλη, που έκτοτε άλλαξε όνομα και από Ανακτορία καλούνταν Μίλητος. Αντίθετα, ο Στράβωνας θεωρεί ότι οι Κρήτες είχαν οικιστή το Σαρπηδόνα και προέρχονταν από την κρητική πόλη Μίλητο. Ο Αριστόκριτος της Μιλήτου παραθέτει τις παλαιότατες παραδόσεις των ίδιων των Μιλησίων, σύμφωνα με τους οποίους ο Μίλητος ήταν γιος του Απόλλωνα και κατέφυγε στην Καρία για να γλιτώσει από το φθόνο του βασιλιά Μίνωα, ιδρύοντας εκεί μια πόλη που πήρε το όνομά του.
Τα ευρήματα των ανασκαφών της Μιλήτου ενισχύουν την παράδοση της κρητικής παρουσίας στην περιοχή (περίπου 16ος αι. π.Χ.) και απηχούν τη μινωική θαλασσοκρατορία στο Αιγαίο και τη διάνοιξη εμπορικών δρόμων στη Μεσόγειο. Δεν επαρκούν ωστόσο για τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης εικόνας της δραστηριότητας των Μινωιτών και των συνθηκών που τους οδήγησαν στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας. Δε γνωρίζουμε επομένως αν η μινωική εγκατάσταση στην περιοχή αποτελούσε πραγματικό εμπορικό σταθμό ή σταθμό επικοινωνίας μεταξύ Μινωιτών και Καρών. Ούτε μπορούμε να συμπεράνουμε αν η άφιξη μιας ομάδας «αποίκων» αποτελούσε ένδειξη ανάπτυξης της μινωικής δύναμης ή ήταν το αποτέλεσμα μιας σειράς καταστροφών και μεταβολών που συνέβησαν στην Κρήτη.
Τη μινωική εγκατάσταση τη διαδέχτηκε σχεδόν χωρίς διακοπή ο μυκηναϊκός οικισμός, ο οποίος περιορίζεται κατά κύριο λόγο στη ζώνη του ιερού της Αθηνάς και του Λιμανιού του Θεάτρου. Έχουν ανασκαφεί αρκετά οικοδομήματα, ενώ υπάρχουν υλικές ενδείξεις μιας ακμάζουσας παραγωγής κεραμικών μυκηναϊκού τύπου. Δε λείπουν μάλιστα και οι εισαγωγές αγγείων και ειδωλίων από την Αργολίδα.
Κατά την περίοδο ακμής των μυκηναϊκών βασιλείων της ηπειρωτικής Ελλάδας (15ος-13ος αι. π.Χ.) η Μίλητος είναι γνωστή στις χρονογραφίες των Χετταίων βασιλέων ως σύμμαχος των Αχαιών (Ahhiyawa) με το όνομα Milawanda. Στην τελευταία φάση της εποχής του Χαλκού η πόλη περνά στη ζώνη επιρροής των Χετταίων. Στον Όμηρο αναφέρεται ως καρική πόλη που πολέμησε στο πλευρό των Τρώων. Καταστράφηκε ολοσχερώς γύρω στο 1185-1180 π.Χ. και εγκαταλείφθηκε.
Οι Αχαιοί άποικοι της Μιλήτου ήταν ίσως έμποροι και τεχνίτες που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή διαδεχόμενοι τους Μινωίτες στους θαλάσσιους δρόμους της Μεσογείου. Ένα παράδειγμα των σχέσεων της μυκηναϊκής εγκατάστασης στη Μίλητο με τα ισχυρά μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας μάς προσφέρει η καταγραφή ομάδας υφαντριών σε πινακίδες της Πύλου. Πρόκειται για Μιλήσιες οι οποίες κατατάσσονται στους καταλόγους των ανακτόρων με το τοπωνύμιο της προέλευσής τους (Μιλάτιαι [mi-ra-ti-ja]) και βρίσκονται σε σχέση εξάρτησης με τα μυκηναϊκά ανάκτορα. Στα αρχεία καταγράφονται λεπτομερειακά οι αμοιβές τους (σε ποσότητα τροφής), το οφειλόμενο έργο, τα παιδιά τους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόνοια του «γραφειοκρατικού» μηχανισμού των ανακτόρων να μην απομακρύνονται τα παιδιά, κυρίως τα κορίτσια, από τις μητέρες τους. Επιδιωκόμενος στόχος ήταν ίσως η εξασφάλιση ειδικευμένων δούλων και από την επόμενη γενιά, καθώς επίσης και η ευκολότερη συμφιλίωση των ξενιτεμένων γυναικών με τη νέα τους θέση. Η Μίλητος επομένως –όπως η Κνίδος και η Λήμνος– χρησίμευε στους Μυκηναίους ως εμπορικός σταθμός, μέσα από τον οποίο ανταλλάσσονταν με δούλους και άλλα αγαθά τα προϊόντα από τα μεγάλα μυκηναϊκά κέντρα.
|