|
Κοσμολογία (Αρχαιότερη και Μέση Νεολιθική)Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις είναι μικρού σχετικά μεγέθους, ώστε να καλύπτουν ως επί το πλείστον τις ετήσιες ανάγκες των μελών του οικισμού. Οι εκτάσεις αυτές βρίσκονται μέσα ή σε μικρή απόσταση από τον οικισμό. Σε αντίθεση δηλαδή με ό,τι συμβαίνει σήμερα στην αγροτική ύπαιθρο, όπου μεγάλες αποστάσεις μεσολαβούν μεταξύ οικισμών και χωραφιών, ο αγροτικός χώρος της νεολιθικής κοινότητας δεν απέχει πολύ από τον οικισμό. Τα ζώα που συντηρούνται κοντά ή μέσα στον οικισμό είναι λίγα (κυρίως αιγοπρόβατα) και χρησιμεύουν μόνο για το κρέας τους. Ο περιορισμένος αριθμός τους αλλά και η μικρή σχετικά διάρκεια ζωής τους (σφάζονται σε νεαρή ηλικία) δεν καθιστούν αναγκαία τη μετακίνησή τους σε μακρινούς ορεινούς βοσκότοπους κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, όπως συμβαίνει σήμερα. Άλλωστε, τα βουνά και οι υψηλότερες περιοχές καλύπτονταν από δασώδη βλάστηση και δεν υπήρχαν διαθέσιμοι ανοιχτοί χώροι που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως βοσκότοποι. Έτσι, τα ζώα τρέφονταν με τα άχυρα που προέρχονταν από την επεξεργασία των δημητριακών. Δεν αποκλείεται βέβαια κάποιες μετακινήσεις μικρών κοπαδιών να γίνονταν στα πεδινά και κυρίως στις εύφορες προσχώσεις των μεγαλύτερων ποταμών, όπως ο Πηνειός. Σε αυτές τις περιπτώσεις, και για κάποιους οικισμούς (Πρόδρομος δυτικής Θεσσαλίας) εικάζεται ότι η μετακίνηση γινόταν σε ετήσια βάση, γεγονός που υποδηλώνει και τον εποχικό χαρακτήρα αυτών των οικισμών. Πάντως, κατά κανόνα, η πλειοψηφία των εγκαταστάσεων ήταν μόνιμου χαρακτήρα, με αποτέλεσμα οι μετακινήσεις των γεωργοκτηνοτρόφων να περιορίζονται στην ανεύρεση ξυλείας και άγριας μορφής χλωρίδας και πανίδας σε μικρή ακτίνα από τον οικισμό. Έτσι, οικισμός και αγροτικός χώρος καταμετρούνται στη νεολιθική συνείδηση ως συμπληρωματικά στοιχεία ενός ενιαίου χώρου που βρίσκεται σε φυσική και συμβολική σύνδεση με την κοινότητα. Παράλληλα, ο ζωτικός χώρος γύρω από τον οικισμό αναδεικνύεται στον ενδιάμεσο χώρο που μεσολαβεί μεταξύ του οικισμού και του τοπίου που απλώνεται πέρα απ’ αυτόν. Συνιστά το φυσικό και συμβολικό όριο της κοινότητας πάνω στο οποίο εδραιώνεται η διάκριση "εμείς/άλλοι". Μερικές φορές (Σέσκλο, Μέση Νεολιθική), τείχη ή τάφροι που κτίζονται ανάμεσα στον οικισμό και τον περιβάλλοντα αγροτικό χώρο αποτελούν τη φυσική πραγμάτωση της συμβολικής αυτής διάκρισης. Ο φυσικός χώρος, η τροφή και οι γονιμικές δυνάμεις της φύσης (βροχή, εποχικές πλημμύρες) που την εξασφαλίζουν ανασημασιοδοτούνται στην κοσμολογία της νεολιθικής κοινότητας. Η συμβολική σημασία των φυσικών δυνάμεων και η επίκληση της εύνοιάς τους αναδεικνύονται καθοριστικά στοιχεία των εθιμικών τελετουργιών που σχετίζονται με τη γονιμότητα, την επιτυχία της σοδειάς και τη διαιώνιση του οικισμού. Η γονιμική διάσταση της φύσης αντανακλάται και στις αναπαραστάσεις του ζωικού κόσμου στον πηλό. Τα ζωόμορφα ειδώλια της Νεολιθικής αποτελούν σχηματικές αναπαραστάσεις της νεολιθικής εξημερωμένης πανίδας, οργανικά κατάλοιπα της οποίας ανευρίσκουμε στους οικισμούς. Όπως τα ανθρωπόμορφα ειδώλια, εντοπίζονται κι αυτά σε οικιακά συμφραζόμενα (αποθηκευτικούς και τροφοπαρασκευαστικούς χώρους και φούρνους), γεγονός που ενισχύει τη στενή σχέση τους με τις επιδιώξεις της κοινότητας -συμβολική, αποτροπαϊκή σημασία (;)- για την εξασφάλιση της τροφής -ζωικού κρέατος (;) |
||||||||||||||||||
|
|||||||||||||||||||