.
FHW Button

Μικροτεχνία

ία κατηγορία μικροτεχνίας που γνώρισε μεγάλη άνθηση την εποχή των Παλαιολόγων ήταν η χρυσοκεντητική. Πολυτελή υφάσματα υπήρχαν και σε παλαιότερες περιόδους, όπως μας πληροφορούν αμέτρητες αναφορές στις γραπτές πηγές. Τα υφάσματα αυτά που αναφέρονται ως χρυσοκέντητα, συρματέινα, χρυσοκλαβαρικά ανήκαν αποκλειστικά στο βεστιάριο της αυτοκρατορικής αυλής και της Εκκλησίας.
Χαρακτηριστικό για την εκτίμηση που τους έτρεφαν οι Βυζαντινοί είναι το γεγονός ότι στο παλάτι υπήρχε μία ειδική αίθουσα-ιματοφυλάκιο, το Πενταπύργιο, όπου αφήνονταν τα παράθυρα ανοιχτά σε ειδικές περιστάσεις για να θαυμάζουν ντόπιοι και ξένοι τα πολύτιμα υφάσματα που φυλάσσονταν εκεί. Σύμφωνα με το νόμο, τα πολυτελή υφάσματα ήταν ισάξια του χρυσού και απαγορευόταν η εξαγωγή τους, ενώ ειδικές ρυθμίσεις κανόνιζαν την παραγωγή και πώλησή τους.
Τα χρυσοκέντητα υφάσματα που σώζονται ως τις μέρες μας είναι κυρίως εκκλησιαστικά κεντήματα. Ιερατικά και λειτουργικά άμφια, δηλαδή ενδύματα κληρικών και υφάσματα όπως ο επιτάφιος και ο αήρ, που χρησιμοποιούνται στη Θεία Λειτουργία, σώζονται σήμερα σε μοναστήρια των Βαλκανίων και σε συλλογές της Δυτικής Ευρώπης. Τα παλαιότερα από αυτά βρίσκονται σήμερα στον καθεδρικό ναό του Halberstadt στη Γερμανία και χρονολογούνται στο 12ο αιώνα. Από το 14ο αιώνα και εξής τα παραδείγματα χρυσοκέντητων υφασμάτων πληθαίνουν. Η λεγόμενη "δαλματική του Καρόλου" στο Βατικανό αποτελεί ένα χαρακτηριστικό κομμάτι. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα πλούσιο πατριαρχικό σάκκο που χρονολογείται στα τέλη του 14ου αιώνα. Σημαντικός είναι και ο σάκκος του πατριάρχη Ρωσίας Φωτίου (1408-1432), δώρο του βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Η' Παλαιολόγου, που χρονολογείται στα 1416-18.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επιτάφιοι που σώζονται από την παλαιολόγεια περίοδο. Δώρα αυτοκρατόρων ή μελών της αριστοκρατίας σε μοναστήρια και εκκλησίες αποτελούν έκφραση των εκλεπτυσμένων γούστων και της οικονομικής άνεσης της κοινωνικά ανώτερης τάξης. Ο επιτάφιος του Αγίου Κλήμεντα της Αχρίδας, δώρο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου (τέλη 13ου αιώνα), που δυστυχώς χάθηκε μετά τον πόλεμο, ο επιτάφιος της Μονής Βατοπεδίου στο Άγιον Όρος, αφιέρωμα του Ιωάννη Στ' Καντακουζηνού (περίπου 1354), και ο επιτάφιος της Θεσσαλονίκης (αρχές 14ου αιώνα) αποτελούν σημαντικά έργα. Ειδικότερα, ο τελευταίος θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παλαιολόγειας τέχνης εν γένει, τα οποία μιμούνται οι μεταγενέστεροι επιτάφιοι. Από αυτούς ας αναφέρουμε ενδεικτικά το αφιέρωμα του Νικόλαου Ευδαιμογιάννη, γνωστού άρχοντα της Μονεμβασιάς, που χρονολογείται στα 1407 και βρίσκεται σήμερα στο Victoria and Albert Μουσείο του Λονδίνου.
Από εδώ και στο εξής τα έργα που σώζονται είναι πολλά και αντιπροσωπεύουν μία τέχνη που θα διαδοθεί και θα ακμάσει και μετά την τουρκική κατάκτηση τόσο στο βασικό κέντρο, την Κωνσταντινούπολη, όσο και στις άλλες χώρες της βαλκανικής χερσονήσου και τη Ρωσία. Ενδεικτική της ανάπτυξης της τέχνης αυτής από το 17ο αιώνα και εξής είναι και η φήμη που αποκτούν οι δημιουργοί αυτών των έργων όπως για παράδειγμα η Δεσποινέτα, διάσημη κεντήστρα της Πόλης.