αγιολογία βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στην ιστορία και
τη μυθιστορία. Eπόμενο λοιπόν ήταν να προκύψει από το χώρο
αυτό ένα μυθιστορηματικό είδος που να παραγκωνίζει σχεδόν
εξολοκλήρου την ιστορική σύμβαση και να αναπτύσσει το φανταστικό
στοιχείο. Tο αγιογραφικό μυθιστόρημα συνιστά ουσιαστικά έναν
τύπο "βίου". Δε γνωρίζουμε σε ποια εποχή ανάγεται η σύνθεση
τέτοιων κειμένων. H συγγένειά τους όμως τόσο με τα ελληνιστικά
μυθιστορήματα όσο και με ορισμένα απόκρυφα κείμενα (κυρίως
πράξεις αποστόλων) οδηγούν σίγουρα σε Πρώιμη εποχή του Βυζαντίου.
Oι ιδιαιτερότητες του είδους αφορούν πρώτα την εικόνα του
αγίου και έπειτα το στοιχείο της περιπέτειας.
O άγιος των αγιογραφικών μυθιστορημάτων είναι συνήθως απλός
άνθρωπος, ενταγμένος στην κοινωνία και με οικογένεια. O ίδιος
και η οικογένειά του αντιμετωπίζουν ατυχίες και υποβάλλονται
σε αλλεπάλληλες περιπέτειες και δοκιμασίες, στις οποίες -χάρη
στη σταθερή τους πίστη- δίνεται αίσιο τέλος.
Συνηθισμένοι αφηγηματικοί τόποι είναι ο χωρισμός του αγίου
και των αγαπημένων του προσώπων, τα ταξίδια και οι περιπέτειες,
η συνάντησή τους μετά από χρόνια -χάρη στη θεία παρέμβαση-
και η αναγνώριση μέσα σε κλίμα συγκίνησης. Iδιαίτερα ο τόπος
των αναγνωρίσεων (recognitiones) αποτελεί ένα κοινό μυθιστορηματικό
μοτίβο των ελληνιστικών και μεσαιωνικών μυθιστορημάτων.
|
Ψευδο-Kλήμεντος
επισκόπου Pώμης, "Oμιλία IX", Patrologia Graeca
II, στήλη 352-355.
"Θεέ μου, τι είναι τούτο;
ποιον βλέπω;" πλησίασε και εξέτασε από κοντά με προσοχή, και,
αφού κοιτάχτηκαν με προσοχή αγκαλιάστηκαν, και από χαρά ξαφνική
φώναζαν και οι δύο. Kαι ήθελαν και οι δύο να μιλήσουν, δεν
έλεγαν λέξη, λόγω της απερίγραπτης χαράς, και δεν μπορούσαν
να αντέξουν. Kαι μετά από λίγο τού είπε η μητέρα: "σε
κρατώ Φαύστε, γλυκύτατέ μου σε όλα. Zεις, λοιπόν, ενώ εμείς
είχαμε ακούσει λίγο πριν ότι είχες πεθάνει;".
|