εννήθηκε στη Δαμασκό της Συρίας από έλληνες γονείς το 660.
Ο θάνατός του τοποθετείται περίπου το 740 στην Ερεσσό της
Μυτιλήνης, κατά την επιστροφή του από την Κωνσταντινούπολη
στην Κρήτη. Η μνήμη του εορτάζεται στις 4 Ιουλίου. Έζησε ως
μοναχός του Παναγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα και υπηρέτησε ως
γραμματέας στο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων. Το 685 ήλθε στην
Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένος του πατριαρχείου. Εκεί παρέμεινε
λαμβάνοντας το αξίωμα του μεγάλου ορφανοτρόφου. Υποθέτουμε
ότι περίπου το 711/712 χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Κρήτης.
Από την αρχιεπισκοπική του έδρα στη Γόρτυνα, συνέχισε το φιλανθρωπικό
του έργο και αφοσιώθηκε στη συμπαράσταση και εμψύχωση του
ποιμνίου του, για να αντιμετωπίσει τις συνεχείς αραβικές επιδρομές.
Το ρητορικό έργο του Ανδρέα Κρήτης ανέρχεται γύρω στις 50
ομιλίες και εγκώμια. Είναι όμως ιδιαίτερα γνωστός για το πλουσιότατο
υμνογραφικό του έργο. Η παράδοση διασώζει 690 ειρμούς, περισσότερους
από 100 κανόνες και τριώδια και πολλά ιδιόμελα. Χαρακτηριστικά
της ποίησής του αποτελούν η σταθερή χρήση της δεύτερης ωδής,
του τριαδικού και του θεοτοκίου, η πιστή τήρηση του κανόνα
της ισοσυλλαβίας και της ομοτονίας και η παράλειψη της
ακροστιχίδας.
Το πιο γνωστό του ποίημα είναι ο Μέγας Κανών. Ονομάστηκε
έτσι λόγω της έκτασής του. Σε 250 περίπου τροπάρια ο ποιητής
αναφέρεται στη συναίσθηση της αμαρτίας του ανθρώπου, τη συντριβή
και τη μετάνοια. Ο ύμνος έγινε λόγω του θέματός του πολύ αγαπητός
ιδιαίτερα στο μοναστικό κόσμο. Ψάλλεται μέχρι σήμερα εξολοκλήρου
την Πέμπτη της πέμπτης εβδομάδας της Μεγάλης Σαρακοστής. Σώζονται
ερμηνείες του ύμνου τόσο από τη Βυζαντινή όσο και από τη Μεταβυζαντινή
περίοδο.
|
Τροπάριο
από το Μεγάλο Κανόνα (ωδή δ'), W.
Christ, M. Paranikas (έκδ.),
Anthologia
Graeca carminum christianorum, Λιψία 1871, 150.
|